4 Νοε 2012

Η λέξη της εβδομάδας (εβδομάδα 44, 2012)

Εκτυπώστε την ανάρτηση!

Περισκοπώ
ρ. μτβ. {περισκοπείς…| περισκόπησα} παρατηρώ εξεταστικά και με μεγάλη προσοχή κάθε σημείο ενός χώρου: ο κυβερνήτης του υποβρυχίου περισκοπεί την επιφάνεια της θάλασσας. ΣΥΝ. κατοπτεύω, βολιδοσκοπώ, επιθεωρώ. – περισκόπηση (η) μτγν.
[ΕΤΥΜ. < αρχ. περισκοπ (-έω)  < περί + σκοπ "εξετάζω, παρατηρώ, προσκεκτικά" (βλ.λ.)]

Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (β΄ έκδοση, γ΄ ανατύπωση 2006), σελίδα 1385

Δεν υπάρχουν σχόλια: