1. η απομάκρυνση από την αρχική, την ορθή ή την διακηρυγμένη πορεία : ιδεολογική/κομματική ~ || στο ταξίδι κάναμε μια ~, για να επισκεφτούμε τα γύρω χωριά ΣΥΝ. λοξοδρόμηση
2. (ειδικοτ.) η απομάκρυνση από τους ηθικούς κανόνες : στη ζωή του έκανε αρκετές ηθικές ~.
ΣΧΟΛΙΟ: λ. κλίνω, σύγκλιση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου